Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2012

Το Κομπολόι !!!

Είναι εργαλείο επικοινωνίας

Του ανθρώπου με τον θεό.

«Θα το δώσω το ρολόι και θα πάρω κομπολόι», τραγούδησε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Δεν είναι, όμως, το μοναδικό ελληνικό λαϊκό τραγούδι που αναφέρεται στο κομπολόι. Αυτό που συνοδεύει καημούς, έρωτες και βάσανα κι έχει συνδεθεί στη συνείδηση του κόσμου με τη μαγκιά, τον τσαμπουκά.

Ωστόσο, το κομπολόι ή μπεγλέρι ξεκίνησε για να εξυπηρετήσει την ανάγκη επικοινωνίας του ανθρώπου με τον θεό.

Η ιστορία του κομπολογιού φαίνεται ότι χάνεται στο βάθος της ιστορίας. Εικάζεται ότι το πρώτο κομπολόι δημιουργήθηκε από κάποιον μοναχό στην Αρχαία Ινδία, μεταξύ 800-500 π.Χ. Αφορμή για τη δημιουργία του κομπολογιού ήταν να καλυφθεί η πρακτική ανάγκη του μοναχού που έπρεπε να κάνει με απόλυτη συγκέντρωση ένα συγκεκριμένο αριθμό προσευχών. Από τη μία πλευρά όμως, δεν ήξεραν όλοι να μετράνε, ενώ από την άλλη και να ήξεραν, πάντα υπήρχε ο κίνδυνος να παραλειφθεί κάποια προσευχή ή να ειπωθεί κάποια παραπάνω, ενώ η έγνοια του μετρήματος θα αποσπούσε το νου από την προσήλωση στην προσευχή. Ο κανόνας έλεγε: «108 προσευχές ακριβώς». Έτσι, δόθηκε η λύση που έμελλε να εξυπηρετήσει όλες τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου. Πέρασε σε ένα σκοινάκι εκατόν οκτώ κουκούτσια διάτρητα και έδεσε τις δύο άκρες του τοποθετώντας εκεί μία φουντίτσα, για να ξέρουν που ξεκινά και που σταματά το μέτρημα. Έτσι γεννήθηκε το κομπολόι. Οι Ινδοί σήμερα ονομάζουν το κομπολόι «τζαμπάλα», που σημαίνει «γιρλάντα της προσευχής και της επανάληψης των ονομάτων του θεού, που καταστρέφει τις αμαρτίες και ελευθερώνει από τον κύκλο της γέννησης και του θανάτου» και πρέπει να έχει 108 χάντρες.

Στην Ελλάδα, το κομπολόι ξεκίνησε από τους μοναχούς του Αγίου Όρους, περίπου το 1.000 μΧ, όταν πήραν ένα μαύρο μάλλινο σκοινάκι, του έκαναν πενήντα τέσσερις κόμπους και έπλεξαν τις δύο άκρες σε σχήμα σταυρού. Αυτή τη γιρλάντα την ονόμασαν δεητικό στεφάνι της Παναγιάς. Αργότερα οι κόμποι έγιναν 33, όσα και τα χρόνια του Χριστού. Οι κοσμικοί αυτήν τη γιρλάντα την ονόμασαν προσευχητάρι, κομποσκοίνι και κομπολόι. Την είπαν κομπολόι επειδή, ο προσευχόμενος ακουμπώντας τον κάθε κόμπο λέγει και μία προσευχή. Η σύμπτυξη των λέξεων «κόμπος» και «λέγει» γέννησαν το όνομα κομπολόγι-κομπολόι.

Επί τουρκοκρατίας, οι Τούρκοι αξιωματούχοι, κρατούσαν γιρλάντα με κεχριμπαρένιες χάντρες και πλούσια μεταξένια φούντα. Την έλεγαν ντεσμπίχ. Την χρησιμοποιούσαν για να χαλαρώνουν, να επιδεικνύουν τον πλούτο τους, ιδίως όμως σαν σκήπτρο εξουσίας. Τέτοιο σκήπτρο πήραν στα χέρια τους οι κοτζαμπάσηδες, οι άρχοντες και οι αρματολοί. Το ονόμασαν τεσμπίχι. Με τα χρόνια, αυτό διαδόθηκε σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Λειτούργησε σαν συμβόλαιο, όρκος, απόδειξη αγάπης, φιλίας, άδεια οικοδομής, σφραγίδα, μέσο επίδειξης, μαγκιάς και δύναμης. Σταδιακά, το κομπολόι διαδόθηκε και στους σκλαβωμένους Έλληνες, διότι μ? αυτό προσεύχονταν για να απαλλαγούν από τη σκλαβιά των Τούρκων.
Αώο:ΑΠΕ-ΜΠΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου