Ένα σύγχρονο “μανιφέστο”
Στην Ελλάδα από τον Χάρη Καστανίδη παρουσιάζεται
από το “The Socialist”
Η θυελλώδης κρίση χρέους της περασμένης δεκαετίας αποτέλεσε τομή στη μεταπολιτευτική συνέχεια. Προξένησε πολιτική ρευστότητα, άλλαξε την κομματική γεωγραφία και τους συσχετισμούς πολιτικών δυνάμεων, τροποποίησε κοινωνικά πρότυπα και συμπεριφορές, οδήγησε, ακόμη, αρκετούς πολίτες να αμφισβητήσουν την αναγκαιότητα, τον χαρακτήρα και τα επιτεύγματα της ίδιας της δημοκρατικής μεταπολίτευσης.
Στο τέλος της δεκαετούς τρικυμίας, μέσα σε συνθήκες ιδεολογικής σύγχυσης, ιστορικής αμνησίας και με την κοινωνία εξακολουθητικά μαγεμένη από τις μυθολογικές αφηγήσεις για την κρίση, η δεξιά παράταξη επανήλθε στην εξουσία, με ενισχυμένη την ιδεολογική της ηγεμονία, ενώ οι κεντροαριστερές και αριστερές δυνάμεις βρέθηκαν στο εκλογικό περιθώριο και αδυνατούν μέχρι στιγμής να βρουν ένα βηματισμό για την επιστροφή τους στην πολιτική και προγραμματική κυριαρχία.
Η ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα. Ονομάζω προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις, τις δυνάμεις που εμφορούνται από τις ιδέες του δημοκρατικού σοσιαλισμού, του πολιτικού φιλελευθερισμού, της ανανεωτικής αριστεράς, της πολιτικής οικολογίας και αυτοτοποθετούνται στον κύκλο αυτών των ιδεών. Οι δυνάμεις αυτές, διάσπαρτες στο κομματικό στερέωμα και στην απρόθυμη αποχή, δεν θα έχουν εύκολο έργο.
Θα χρειαστεί να ξεπεράσουν την ιδεολογική σύγχυση των πολιτών και να καταδείξουν τη χρησιμότητά τους στην «εφεύρεση» ενός νέου εθνικού και κοινωνικού μέλλοντος.
Οι πολιτικές διάσωσης της χώρας, που άσκησαν όλοι οι κυβερνητικοί διαχειριστές των μνημονίων, προκάλεσαν υψηλό κοινωνικό και θεσμικό κόστος, καθώς απέβλεπαν στην άγρια υποβάθμιση εισοδημάτων, αξιών, περιουσιών και των δημοκρατικών κανόνων. Η έμπνευση των δανειστών για την βίαιη εσωτερική υποτίμηση, θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί, αν η Δεξιά και η Ριζοσπαστική Αριστερά άφηναν περιθώριο εθνικής συνεννόησης. Το κόστος τελικά το πλήρωσαν η χώρα και οι προοδευτικοί. Όχι η Δεξιά, δηλαδή το κόμμα της χρεοκοπίας, γιατί οι πολίτες μπορούν να εννοήσουν την άσκηση σκληρών συντηρητικών πολιτικών από τη συντηρητική παράταξη, αλλά δεν αναμένουν κάτι τέτοιο από τις δυνάμεις του αντίθετου πολιτικού φάσματος. Στην αντίληψη της κοινωνίας έχασαν το νόημά τους οι ιδεολογικές σημάνσεις, αφού όλοι άσκησαν τις ίδιες πολιτικές διάσωσης. Η ειδικότερη εθνική εικόνα προστέθηκε στη γενική εικόνα της υποχώρησης των ιδεολογικών διαφορών, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Η ιδεολογική σύγχυση εντάθηκε στη διάρκεια της τρέχουσας επιδημιολογικής κρίσης, καθώς δεξιές κυβερνήσεις και νεοφιλελεύθεροι ιδεολόγοι ανακάλυψαν τη «θεία χάρη» του κράτους, την αξία της κρατικής ενίσχυσης και των εθνικών δημόσιων πολιτικών. Για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της πανδημίας, οι συντηρητικοί ανά τον κόσμο, και στην Ελλάδα, ανακάλυψαν και πάλι τις κεϋνσιανές πολιτικές, προνόμιο από την ιστορία των σοσιαλδημοκρατών. Στα μάτια των αποκαμωμένων Ελλήνων το ερώτημα για τις διαφορές μεταξύ συντηρητικών και προοδευτικών δυνάμεων απέκτησε μιαν αδιάφορη διάσταση.
Αυτή η ιδεολογική συσκότιση προκαλεί μιαν απάθεια και την απόσυρση των πολιτών στη σφαίρα του ιδιωτικού. Δεν υπάρχουν αντιτιθέμενες ιδεολογίες που κινητοποιούν την κοινωνία.
Η ισοπέδωση των διαφορών και η επακόλουθη πολιτική απάθεια και αποξένωση, συνθήκες που ταιριάζουν στην μεταμοντέρνα θεώρηση του κόσμου, αποτελούν ισχυρή συντηρητική οπισθοδρόμηση. Γι΄ αυτό και στην Ελλάδα δεν συντελέστηκε απλώς η επάνοδος της Δεξιάς στην εξουσία, μετακινήθηκε ταυτόχρονα ο ιδεολογικός άξονας της ελληνικής κοινωνίας δεξιότερα.
Η μεταμοντέρνα εκδοχή για την εκμηδένιση των ιδεολογιών και η ιδιώτευση καθιστούν τον πολίτη καταναλωτή. Ο τελευταίος επιζητά πια εκλογικούς μηχανισμούς που υπηρετούν τα προσωπικά του συμφέροντα, όχι κόμματα ιδεών και προγραμματικών διακηρύξεων. Θέλει πολιτικά εμπορεύματα, όχι πολιτικές ιδεολογίες.
Η μετακίνηση του αξιακού κόσμου της ελληνικής κοινωνίας δεξιότερα καθιστά δυσκολότερη την ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου. Οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να επαναφέρουν στη δημόσια συζήτηση την ιδεολογική σήμανση και για να συμβεί αυτό θα απαιτηθεί επίπονη προσπάθεια και ευρηματικό πνεύμα για τη διαμόρφωση της πολιτικής τους ταυτότητας.
Η πρόσθετη δυσκολία που έχουν να αντιμετωπίσουν οι προοδευτικοί είναι η διαχείριση του αισθήματος της απώλειας και της διακινδύνευσης, που σταθερά διακατέχει τους Έλληνες είτε εξαιτίας της μακράς δημοσιονομικής κρίσης είτε εξαιτίας της πανδημίας. Έμαθαν να συμβιώνουν με την απώλεια εισοδήματος, της εργασίας, των δικαιωμάτων, της βάσιμης προσδοκίας, της αλληλεγγύης. Έμαθαν να συμβιώνουν με την διακινδύνευση των δεδομένων και των αυτονόητων. Αυτή η βαθύτερα μελαγχολική πρόσληψη της ζωής κάνει τους Έλληνες και τις Ελληνίδες να αρκούνται στα ελάχιστα, στην εκμηδενισμένη προοπτική. Ακόμη κι αν δεν χάσουν κάτι, αυτό αποτελεί νίκη, μια μικρή συμβολική νίκη απέναντι στον κίνδυνο της απώλειας. Αυτήν την παραίτηση από την αξίωση μεγαλύτερων επιθυμιών ξέρει να τη διαχειρίζεται εξαιρετικά η παρούσα δεξιά κυβέρνηση. Αλλά οι μεγάλες αφηγήσεις για το κοινό μας μέλλον, οι νέες προγραμματικές συλλήψεις που συνιστούν ελπιδοφόρα προοπτική απαιτούν διαφορετικούς ακροατές. Θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια για να περάσει το εθνικό κοινό από τον φόβο για τα ελάχιστα, στην βάσιμη απαίτηση για προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στην εθνική μας ζωή.
Οι προοδευτικές δυνάμεις, τέλος, πρέπει να επεξεργασθούν μια νέα θεωρία για τις κοινωνικές συμμαχίες, στις οποίες θα στηριχθούν για να γίνουν πολιτική πλειοψηφία. Οι κοινωνικές συμμαχίες που θα επιδιώξουν πρέπει να είναι εντελώς διάφορες από τις οριζόντιες κοινωνικές συμμαχίες, που στο παρελθόν πέτυχαν σοσιαλδημοκρατικά και αριστερά κόμματα. Τώρα πρέπει να απευθυνθούν στις πιο δημιουργικές δυνάμεις κάθε κοινωνικής ομάδας, δηλαδή σε αυτές που αποδέχονται και δεσμεύονται από συγκεκριμένο πρόγραμμα προοδευτικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών. Μόνον έτσι θα δοθεί πολιτικό βάθος στη σχέση κοινωνίας και προοδευτικών πολιτικών φορέων.
Η ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου θα συντελεσθεί και μια νέα προοδευτική πλειοψηφία θα αναδειχτεί, όταν ορισθεί η ταυτότητα του προοδευτικού, όταν καταστεί και πάλι δυνατή η ανάγνωση των ιδεολογικών διαφορών, όταν ηττηθεί η απάθεια και η ιδιώτευση, όταν η ιστορική μνήμη συναντηθεί με το παρόν και το φωτίσει. Είναι η στιγμή που οι προοδευτικές δυνάμεις θα βρεθούν σε συνθήκη πολιτικής συναστρίας, το φως της οποίας, διάχυτο στον ορίζοντα, θα ορίσει την έναρξη της νέας εποχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου